Παραλάβαμε μια χώρα χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό για την εγχώρια οπτικοακουστική παραγωγή, με διαλυμένες δομές όπως το Ίδρυμα Οπτικοακουστικών Μέσων (ΙΟΜ) και το Εθνικό Οπτικοακουστικό Αρχείο (ΕΟΑ).
Η Ελλάδα ήταν μία από τις ελάχιστες χώρες της Ευρώπης που δεν παρείχε κίνητρα για επενδύσεις σε έναν εξαιρετικά αναπτυσσόμενο κλάδο, με καταγεγραμμένες περιπτώσεις όπου μεγάλες κινηματογραφικές παραγωγές (όπως το Mamma Mia 2, προϋπολογισμού 75 εκατ. δολαρίων και έσοδα 91,3εκατ. δολαρίων στην Αμερική και 230,6εκατ. δολαρίων, παγκοσμίως ή το Jason Bourne), «εκδιώχθηκαν» λόγω απουσίας ενός θεσμοθετημένου ευνοϊκού περιβάλλοντος για την οπτικοακουστική παραγωγή (όπως η έλλειψη επενδυτικών κινήτρων, η γραφειοκρατία, η αναποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα κ.ά.).
Προωθήσαμε ως Πολιτεία τον αναξιοποίητο πλούτο της χώρας και του δώσαμε τη θέση που του αξίζει στον παγκόσμιο χάρτη. Η Ελλάδα πρωταγωνιστεί, πλέον, και στην οπτικοακουστική παραγωγή. Δημιουργήσαμε νέες θέσεις εργασίας, προβάλαμε διεθνώς τη χώρα και ενισχύσαμε τον πολιτισμικό μας πλούτο. Αναδείξαμε τους Έλληνες δημιουργούς περιεχομένου και την Ελλάδα ως κόμβο καινοτομίας και δημιουργικότητας. Προτείναμε εναλλακτικά καταναλωτικά πρότυπα, τα οποία στήριξαν την εγχώρια παραγωγή και τους δημιουργούς τους.
Αυτό ήταν και το βασικό αίτημα κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τους ευρωπαϊκούς μας εταίρους σχετικά με την αναθεώρηση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας για τις οπτικοακουστικές υπηρεσίες (ΑVMSD-Audiovisual Media Services Directive). Χάρη στις στοχευμένες και συντονισμένες μας προσπάθειες το 30% του περιεχομένου των εταιρειών με υπηρεσίες Video-on-Demand θα αφορά σε ευρωπαϊκές παραγωγές. Πρόκειται για μια ρύθμιση η οποία ανοίγει το δρόμο για τη δημιουργία ενός πιο δίκαιου περιβάλλοντος για το σύνολο του οπτικοακουστικού τομέα.
Θεσμοθετήσαμε εξειδικευμένα χρηματοδοτικά εργαλεία και επενδυτικά κίνητρα με στόχο την ενίσχυση της εγχώριας οπτικοακουστικής παραγωγής, την προώθηση των συμπαραγωγών και φυσικά, την προσέλκυση επενδύσεων.
Πιο συγκεκριμένα, μέσω fast track διαδικασιών ενισχύσαμε τους παραγωγούς που δραστηριοποιούνται στον κινηματογράφο, τα ντοκιμαντέρ, τις τηλεοπτικές σειρές, το animation και τα ψηφιακά παιχνίδια -πρόκειται για κλάδους οι οποίοι έχουν πολλαπλασιαστικά οφέλη για την οικονομία μιας χώρας. Αρκεί να αναλογισθεί κανείς τα οφέλη σε επίπεδο απασχόλησης (μια μεγάλη κινηματογραφική παραγωγή μπορεί να φέρει μέχρι και 755 θέσεις εργασίας), κρατικών εισφορών αλλά και την προβολή της χώρας ως τουριστικού προορισμού.
Τα βασικά χρηματοδοτικά εργαλεία που παρέχονται είναι: Το cashrebate (35%) και taxrebate (30%). Με την έναρξη της πρωτοβουλίας δεσμεύσαμε 75 εκατ. ευρώ για την υποστήριξη των παραγωγών και στόχος μας ήταν να διατεθούν ως 420 εκατ. ευρώ μέχρι το 2022.
Μέσα σε λίγους μήνες (και ως το τέλος Ιουνίου 2019), οι αιτήσεις που είχαν εγκριθεί έφταναν τις 58 (από Ελλάδα και εξωτερικό), με τη συνολική επένδυση να ανέρχεται στα 56,4 εκατ. ευρώ. Οι δε νέες θέσεις εργασίας στον κλάδο ξεπερνούσαν τις 12 χιλιάδες.
Επίσης, είχε εγκριθεί το νέο χρηματοδοτικό εργαλείο της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (ΕΤΕΑΝ), με προϋπολογισμό 25 εκατ. ευρώ, για επιχειρηματικά δάνεια με ευνοϊκό επιτόκιο, καθώς το 40% καταβάλλεται από το Ταμείο Επιχειρηματικότητας ΙΙ. Σε συνδυασμό με το Πρόγραμμα «Επιχειρηματική Χρηματοδότηση» του ΤΕΠΙΧ ΙΙ, με προϋπολογισμό ύψους 915 εκατ. ευρώ, το οποίο πραγματοποιούνταν σε συνεργασία με τις τέσσερις εμπορικές τράπεζες της Ελλάδας, οι πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις οπτικοακουστικής παραγωγής μπορούσαν να βρουν βιώσιμες λύσεις στο πρόβλημα ρευστότητας που αντιμετώπιζαν σε σχέση με τα λειτουργικά τους κόστη αλλά και τα κεφάλαια κίνησης.